Μετά από την αναφορά στα εξωτερικά παράσιτα του σκύλου, σε προηγούμενο άρθρο, θα περιγραφούν παρακάτω ορισμένα ενδοπαράσιτα τα οποία είναι και τα πιο απειλητικά για την υγεία του ζώου. Δύο βασικές κατηγορίες ενδοπαρασίτων αποτελούν τα ενδοκυτταρικά παράσιτα, αυτά δηλαδή τα οποία ζουν μέσα στα κύτταρα του οργανισμού, καθώς και τα εντερικά παράσιτα, αυτά δηλαδή που ζουν και πολλαπλασιάζονται στο επιθήλιο του εντέρου.

Eνδοκυτταρικά παράσιτα

Θα ακολουθήσει περιγραφή των παρασίτων που αποτελούν έγκλειστα των λευκών αιμοσφαιρίων και έχουν κυρίαρχο ρόλο στην πρόκληση θνησιγενών νοσημάτων στο σκύλο.

Ehrlichia canis : Μεταδίδεται στο ζώο μέσω του κρότωνα (τσιμπούρι) Rhipicephalous sanguineus που μυζεί μολυσμένο αίμα και το μεταφέρει στο υγιές ζώο όταν προσκολλάται πάνω στο δέρμα του. Στη συνέχεια η Ehrlichia προσβάλλει τα λευκοκύτταρα του αίματος, των λεμφογαγγλιών, του ήπατος, του σπλήνα και του μυελού των οστών, προκαλώντας πυρετό, ανορεξία, κατάπτωση, οφθαλμικές και ρινικές εκκρίσεις και διόγκωση των οργάνων.
Σε πολύ έντονη παρασίτωση, μπορεί να προκαλέσει επίσης αναιμία, μείωση του σωματικού βάρους, αιμορραγία από τη μύτη ή και το ουροποιητικό. Για την έγκαιρη αντιμετώπιση της ερλιχίωσης που μπορεί να οδηγήσει ακόμη και σε θάνατο του κατοικιδίου αν δε γίνει θεραπεία, συνετό θα ήταν ο ιδιοκτήτης να προσκομίσει το ζώο στον κτηνίατρο αμέσως μόλις διαπιστώσει την παρουσία τσιμπουριών στο δέρμα του.

Leishmania infantum : Μεταδίδεται στο σκύλο από το νύγμα της θηλυκής σκνίπας. Η λεϊσμανίωση μπορεί να παρουσιαστεί με τρεις διαφορετικές μορφές, τη δερματική ή οζώδη μορφή, τη βλεννογονοδερματική και τη σπλαχνική μορφή ( Καλά-αζάρ).
Η δερματική μορφή χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση φολίδων, ελκών (βαθιές πληγές στο δέρμα) , οζιδίων, φλυκταινών, τριχόπτωσης και αλωπεκίας, ενώ μπορεί να συνυπάρχουν φλεγμονή των βλεφάρων, απουσία τριχώματος γύρω από τους οφθαλμούς, πάχυνση των πελμάτων καθώς και ταχύτατη ανάπτυξη των νυχιών με στροφή τους προς τα έσω (ονυχογρύπωση).

Η βλεννογονοδερματική μορφή έχει ως κλινικά συμπτώματα την ωχρότητα των βλεννογόνων, πάχυνση και αποχρωματισμό του ακρορρινίου, αιμορραγία ή σταγόνες αίματος από τη μύτη, επιπεφυκίτιδα ή άλλες οφθαλμικές παθήσεις και έλκη στο στόμα.
Η σπλαχνική μορφή λεϊσμανίωσης χαρακτηρίζεται από έμετο, διάρροια, συλλογή υγρού στην περιτοναϊκή κοιλότητα (ασκίτης), ίκτερο, νεφρική ανεπάρκεια με αυξημένη κατανάλωση νερού και συχνότατη ούρηση.

Σε όλες τις μορφές, τα γενικότερα συμπτώματα περιλαμβάνουν συνήθως πυρετό, κατάπτωση, πολυφαγία και κακή θρεπτική κατάσταση του ζώου.
Επειδή σε ορισμένες περιπτώσεις η νόσος είναι υποκλινική στα αρχικά στάδια, δηλαδή δεν εμφανίζονται συμπτώματα, συστήνεται ο προληπτικός ορολογικός έλεγχος των σκύλων δύο φορές το χρόνο.

Εντερικά παράσιτα

Αυτά διακρίνονται στα κεστώδη, όπως οι ταινίες (dipylidium caninum) και ο εχινόκοκκος, και τα νηματώδη όπως τα αγκυλοστόματα, οι ασκαρίδες (Toxocara canis, Toxoscaris leonina) και ο Trichuris vulpis.

Όλα τα εντερικά παράσιτα αναπτύσσονται ευκολότερα στα κουτάβια μέχρι την ηλικία των 6 μηνών, προκαλώντας επώδυνη διάταση της κοιλιάς, κνησμό στην περιοχή του πρωκτικού δακτυλίου, μη σχηματισμένα ή διαρροϊκά κόπρανα, τεινεσμούς (αποτυχημένες επώδυνες προσπάθειες αφόδευσης), ανορεξία, απώλεια σωματικού βάρους και κατάπτωση. Ωστόσο εμφανίζονται σε σκύλους όλων των ηλικιών εάν δεν τηρείται η μηνιαία προληπτική αποπαρασίτωσή τους. Η μετάδοση γίνεται συνήθως μέσω του μητρικού γάλακτος, μολυσμένης τροφής ή νερού και αμυχών του δέρματος.

Στην κατηγορία των εντερικών παρασίτων, υπάγονται δύο ακόμη μικροοργανισμοί, η Giardia και τα Coccidia spp.

Giardia intestinalis : Προκαλεί την τζιαρντίωση, η οποία μεταδίδεται με την κατάποση μολυσμένων κοπράνων ή νερού από το έδαφος. Τα συμπτώματα είναι η συνεχής ή διαλείπουσα αλλά επίμονη διάρροια, συνήθως δύσοσμη με άφθονη βλέννα και αίμα, όπως και η περιοδική ανορεξία, έμετοι, τεινεσμοί και ληθαργικότητα.
Coccidia spp : Ευθύνονται για την εντερική κοκκιδίωση, χαρακτηριστικό σύμπτωμα της οποίας αποτελεί η υδαρής βλεννώδης διάρροια που μπορεί να εξελιχθεί σε αιμορραγική. Τα κουτάβια ηλικίας 3-7 μηνών είναι πιο ευπρόσβλητα λόγω ασθενούς ανοσοποιητικού συστήματος και εμφανίζουν εντονότερα συμπτώματα. Παράγοντες προδιάθεσης αποτελούν το στρες της μεταφοράς, η αλλαγή περιβάλλοντος, τα ταξίδια και οι κλιματικές αλλαγές. Η μετάδοση γίνεται συνήθως με την κατάποση ωοκύστεων του παρασίτου από μολυσμένα κόπρανα.

Τέλος, θα αναφερθεί μεμονωμένα το παράσιτο Dirofilaria immitis, το οποίο προκαλεί τη διροφιλαρίωση, νόσο εξίσου συχνή και σοβαρή με την λεϊσμανίωση και την ερλιχίωση του σκύλου. Η διροφιλάρια, εισβάλλει στον οργανισμό του ζώου με το νύγμα του κουνουπιού και εγκαθίσταται στους κλάδους της πνευμονικής αρτηρίας, προκαλώντας αλλοιώσεις στο τοίχωμά της και παρεμποδίζοντας τη φυσιολογική ροή του αίματος.

Η νόσος εμφανίζεται σε 4 στάδια.

Στάδιο 1 : Το ζώο δεν εμφανίζει συμπτώματα ή εμφανίζει ως μόνο σύμπτωμα σποραδικό ξηρό βήχα.
Στάδιο 2 : Το ζώο εμφανίζει προοδευτική μείωση του σωματικού βάρους, εύκολη κόπωση, συχνό βήχα, δύσπνοια, αιμόπτυση και πιθανώς αναιμία.
Στάδιο 3 : Εάν δεν έχει ξεκινήσει θεραπεία, παρουσιάζεται γενικευμένη μυϊκή αδυναμία, βήχας, δύσπνοια, υποδόρια οιδήματα, διάταση του ήπατος και του σπλήνα, θρόμβωση της πνευμονικής αρτηρίας, καρδιακή ανεπάρκεια και λιποθυμικές κρίσεις.
Στάδιο 4 : Ο αριθμός των παρασίτων είναι πλέον πολύ υψηλός. Εμφανίζεται ανορεξία, λήθαργος, μυϊκή αδυναμία, πυρετός, δύσπνοια, έμετοι, ωχροί βλεννογόνοι, ίκτερος, αιμόπτυση, αιματουρία, αιμορραγικές αλλοιώσεις στο δέρμα και συμφόρηση του μυοκαρδίου.

Επειδή η επικινδυνότητα των ενδοπαρασίτων είναι αρκετά μεγάλη και το ζώο αδυνατεί να εκδηλώσει το πρόβλημά του στον ιδιοκτήτη, παρά μόνο αφότου προχωρήσει η νόσος και γίνουν έντονα τα συμπτώματα, προτείνεται ο ιδιοκτήτης να μεριμνά για την υγεία του κατοικίδιού του τόσο με την μηνιαία πρόληψη και επίσκεψη στον κτηνίατρο, όσο και με την προσεκτική παρατήρηση για αλλαγές στη συμπεριφορά και τη διάθεση του ζώου, την ημερήσια πρόσληψη φαγητού και νερού, τη συχνότητα ούρησης και αφόδευσης, την εμφάνιση δύσπνοιας, εμέτων, διάρροιας, εκκρίσεων και αλλαγών στο σώμα, το τρίχωμα και το δέρμα.

Η πρόληψη των ενδοπαρασίτων περιλαμβάνει :

1. Μηνιαία χορήγηση αντιπαρασιτικού χαπιού που καλύπτει τα εντερικά παράσιτα και τη διροφιλάρια.
2. Μηνιαία αμπούλα για την αποφυγή νόσησης από ερλιχίωση και λεϊσμανίωση.
3. Εφάπαξ χορήγηση σιροπιού για τα κοκκίδια.

Για την τζιαρντίωση που είναι πιο σπάνιο νόσημα, ο μοναδικός τρόπος πρόληψης είναι η αποφυγή έκθεσης του ζώου σε μολυσμένα κόπρανα ή νερά κατά τη διάρκεια της βόλτας.

Σοφία Σαββίδου, Κτηνίατρος
Απόφοιτη του τμήματος Κτηνιατρικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας.


ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Η υπακοή και η συμμόρφωση είναι χαρακτηριστικά που δεν αναζητάω στις σχέσεις μου. Αυτό...

Η ωτίτιδα είναι ένα από τα πιο συχνά και πολυπαραγοντικά σύνδρομα στον σκύλο. Διακρίνεται στην έξω...

Το μέλι έχει ευεργετικές ιδιότητες για τον άνθρωπο. Το χρησιμοποιούμε στην διατροφή μας, σε...

Newsletter!
Διαβάστε πρώτοι τα άρθρα μας

ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑ

Χωρίς αμφιβολία τα ποντίκια δεν αρέσουν στους περισσότερους ανθρώπους. Θεωρούνται βρώμικα ζώα και όχι άδικα μιας και μεταφέρουν πολλές αρρώστιες. Η αλήθεια είναι πως δεν είναι όλα τα ποντίκια...

ΦΥΛΕΣ ΣΚΥΛΩΝ

Η καταγωγή του Λάμπραντορ δεν είναι απόλυτα εξακριβωμένη, αλλά γνωρίζουμε ότι η φυλή έφτασε στην Αγγλία από την Ανατολική ακτή του Καναδά – από το Newfoundland και τα νησιά του Saint John. Στις...

PET MARKET

Ο σκύλος μας ζεσταίνεται όπως κι εμείς. Όταν είμαστε μαζί του στο σπίτι μπορεί να μοιράζεται την δροσιά του air cοntition αλλά αυτό δεν είναι πάντα δυνατό. Το ειδικό στρώμα Pet Cool Mat είναι μία...